Εξερευνώντας τα Πομακοχώρια! Ένα οδοιπορικό στην καρδιά της Ροδόπης
Ξεκινώντας το ταξίδι μας από την Αλεξανδρούπολη, και μη γνωρίζοντας τι θα συναντήσουμε στη διαδρομή, αποφασίσαμε να πραγματοποιήσουμε μια μεγάλη μονοήμερη εκδρομή, στα ξακουστά Πομακοχώρια. Βάζοντας στον χάρτη ως τελικό προορισμό, το χωριό Κοττάνη, επιθυμώντας να φτάσουμε στην κυριολεξία, στο άκρο της Ελλάδας, στο τελευταίο σύνορο Ελλάδας-Βουλγαρίας.
Το ταξίδι αυτό ήταν ξεχωριστό από τη φύση του, καθώς θα ερχόμασταν σε επαφή με τους Πομάκους, μία μουσουλμανική πληθυσμιακή ομάδα που μιλάει την «Πομακική γλώσσα», μια ιδιαίτερη βουλγαρική διάλεκτο. Η γλώσσα αυτή χρησιμοποιείται στην οροσειρά της Ροδόπης, τόσο στην Βουλγαρική επικράτεια όσο και στην ελληνική. Αυτή η διάλεκτος έχει το δικό της λεξικό και δεν χρησιμοποιεί κάποιο αλφάβητο. Ωστόσο η παρουσία αυτών των ανθρώπων στα σύνορα, μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, καθώς και το Μουσουλμανικό στοιχείο, έπλασε ένα μοναδικό κράμα πολιτισμού, που κάθε ταξιδιώτης πρέπει να γνωρίσει. Οι Πομάκοι κατοικούν στον ορεινό όγκο της Ροδόπης στη Θράκη, καθώς και στην Ανατολική Ρωμυλία στη Βουλγαρία. Η πλειοψηφία των Πομάκων βρίσκεται στη Βουλγαρία και εντοπίζονται περισσότερο στο γεωγραφικό χώρο νότια της Φιλιππούπολης μέχρι βόρεια της Ξάνθης και της Κομοτηνής. Ωστόσο Πομακοχώρια μπορεί κανείς να βρει στον Νομό Έβρου, Ροδόπης αλλά και Νομό Ξάνθης, τα οποία αποτελούν και τον πιο δημοφιλή πόλο έλξης για «ψαγμένους» ταξιδιώτες.
Η διαδρομή ήταν περίπου 2 ώρες και 30 λεπτά από την Αλεξανδρούπολη, ωστόσο το φυσικό ορεινό τοπίο και τα πέτρινα παραδοσιακά γεφύρια, καθυστέρησαν αισθητά την άφιξη μας στον τελικό προορισμό. Μέσω Εγνατίας οδού, περάσαμε στην πανέμορφη και γραφική Ξάνθη. Μετά από σύντομη περιήγηση στην παλιά πόλη, συνεχίσαμε στον κύριο ορεινό οδικό άξονα. Η Ξάνθη άλλωστε αποτελεί από μόνη της ένα ξεχωριστό προορισμό και ειδικό αφιέρωμα ετοιμάζεται σύντομα.
Πρώτο αξιοθέατο αποτελεί φυσικά ο Κόσυνθος, ποταμός της Θράκης με συνολικό μήκος 55 χιλιομέτρων. Πηγάζει από το όρος Ερύμανθος ή Χαϊντού της οροσειράς της Κεντρικής Ροδόπης, και ρέει νότια – νοτιοανατολικά εκβάλλοντας τελικά στη λίμνη Βιστωνίδα.
Στην διαδρομή συναντάς όμορφα γραφικά πέτρινα γεφύρια, τα παλαιότερα δε δημιουργήματα των Ηπειρωτών Κτιστάδων, αλλά και άλλα πιο σύγχρονα, που διευκόλυναν την πρόσβαση τις δύο όχθες του ποταμού.
Στη διαδρομή συναντήσαμε πολυβολεία του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, ιστορικά κατάλοιπα
δυσμενών περιόδων της ιστορίας..
Ενα ακόμα στενάχωρο συναπάντημα αποτελούσε η παρουσία μεγάλου αριθμού αδέσποτων σκύλων, σε όλο το μήκος της διαδρομής. Τα ζώα ενστικτωδώς έχουν σχηματίσει αγέλη για να προστατευτούν. Αν και φιλικά με τους επισκέπτες, η συμβουλή μας είναι να είστε προσεκτικοί με τους τετράποδους συνοδοιπόρους σας, για να μην καταλήξει η ευχάριστη περιήγηση μια ζοφερή επίσκεψη σε κτηνιατρική κλινική.
Περνώντας από το χωριό Σμίνθη, δεν μπορούσαμε να μην σταματήσουμε και να απολαύσουμε την θέα του ποταμού με το «Λευκό» Τζαμί.
Η τυχαία παρουσία ντόπιας Πομάκας με την παραδοσιακή φορεσία της, έδεσε υπέροχα την εικόνα της με το τοπίο. Αν και ντροπαλή, ευγενικά φωτογραφήθηκε μαζί μας.
Επόμενη στάση το χωρίο Εχίνος. Επισκεφθήκαμε το ιστορικό μνημείο Πεσόντων του Οχυρού, όπου πληροφορηθήκαμε την άγνωστη ηρωική αντίσταση των Ελλήνων και Πομάκων στρατιωτών, εναντίον μίας ισχυρής μεραρχίας των Ναζί. Η αντίσταση τους καθήλωσε τις δυνάμεις κατοχής 3 ολόκληρες ημέρες και έγραψε την δική της ιστορία στα πολεμικά χρονικά.
Στο ίδιο σημείο ο επισκέπτης συναντά το Μουσουλμανικό Κοιμητήριο με τους τάφους στραμμένους προς τη Μέκκα και με διακόσμηση λουλουδιών και άλλων φυτικών μοτίβων να δίνουν μια ελπιδοφόρο νότα αναγέννησης, ενώ απολαμβάνει και την πανοραμική θέα του χωριού και των τριών τεμένων.
Και εκεί μας συνάντησαν 4ποδοι φίλοι, που δυστυχώς δεν έχουν σπίτι. Ιδιαιτέρως φιλικοί και πεινασμένοι. Επόμενος προορισμός, οι Θέρμες, οι οποίες χωρίζονται στις Άνω Θέρμες, τις Μέσες Θέρμες, τις Κάτω Θέρμες και τις Ιαματικές Πηγές Θερμών.
Φυσικά, οι ιαματικές πηγές αποτελούν και τον πόλο έλξης των λίγων και συνήθως από κοντινές περιοχές επισκεπτών. Το γεωθερμικό πεδίο που υπάρχει στην περιοχή δημιούργησε θερμές ιαματικές πηγές με ευεργετικές ιδιότητες. Η θερμοκρασία του νερού κυμαίνεται από
18οC έως 53οC, ενώ μόνο στα λουτρά η θερμοκρασία ξεκινάει από 38οC και καταλήγει στους 53ο C. Η περιοχή των ιαματικών πηγών δεν είναι τουριστικά ανεπτυγμένη, ωστόσο το χωριό διαθέτει κάποιες ξενώνες και χώρους εστίασης. Όλη η περιοχή των Ιαματικών λουτρών, διαθέτει διάφορα σημεία για να απολαύσει κάποιος το μπάνιο του. Στα ιδιωτικά λουτρά, όπου είναι διαθέσιμες οι σύγχρονες μπανιέρες και καλύτερες υποδομές, το κόστος χρήσης είναι πολύ μικρό, μόλις 3 ευρώ το άτομο. Ωστόσο- και θα σας το συνιστούσαμε αν θέλετε να ζήσετε την απόλυτη εμπειρία- υπάρχουν δημοτικά λουτρά, εντελώς δωρεάν και ανοιχτά για το κοινό μετά την covid εποχή. Εμείς επισκεφθήκαμε 3 δημόσια λουτρά.
Το πρώτο, ήταν ενα παραδοσιακό σκεπαστό χαμάμ, όπου βρίσκεται δίπλα στον ποταμό και με μικρό υπαίθριο χώρο στάθμευσης.
Ορατή η πηγή από την οποία προέρχεται το ζεστό θειούχο νερό, καταλήγει σε μία ρηχή μπανιέρα μέσα σε ένα παραδοσιακό λουτρό.
Έξω από το χώρο, σε απόσταση αναπνοής, το παγωμένο ποτάμι. Τολμώντας να εναλλάξουμε το κρύο με το ζεστό ντους, μπορούμε να πούμε με σιγουριά, ότι αυτό αποτελεί σαφώς την πιο όμορφη και δυνατή μας εμπειρία.
Φεύγοντας από αυτό το χαμάμ, δεν θα μπορούσαμε να μην κάνουμε μία στάση στα υπαίθρια ιαματικά λουτρά. Όντας στην προκειμένη περίπτωση, τελείως εκτεθειμένος στο εξωτερικό περιβάλλον, απολαμβάνεις πλήρως την υπέροχη θέα του ορεινού τοπίου. Αν και το ζήσαμε, φανταστήκαμε πως θα ήταν να απολαμβάναμε τα θερμά λουτρά σε ένα χιονισμένο τοπίο. Απλά όνειρο!!
Αν και εμείς δεν σταθήκαμε τόσο τυχεροί, καθώς δεν είχε χιόνι, ωστόσο και πάλι η εμπειρία ήταν μοναδική. Ο χώρος, καθαρός, περιποιημένος από την τοπική κοινότητα, με πλακόστρωτο σύγχρονο μονοπάτι να σε οδηγεί στις μικρές βάθρες. Ο χώρος επιτρέπει άνετα την παρουσία του 4ποδου φίλου σας, ενώ διαθέτει επαρκή χώρο στάθμευσης σε απόσταση αναπνοής από τα λουτρά.
Τρίτη στάση, σε μία πιο σύγχρονη υποδομή λουτρών, στον ίδιο χώρο με το Παραδοσιακό σκεπαστό δημόσιο χαμάμ. Προσωπικά δεν εντυπωσιάστηκα ούτε θα το συνιστούσα, καθώς τα δύο προηγούμενα λουτρά, υπήρξαν κατ’ εμέ ιδιαίτερη εμπειρία. Φυσικά το χωριό διαθέτει όπως αναφέραμε υποδομές για όλους τους τύπους επισκεπτών σε πολύ χαμηλές τιμές. Τα ιδιωτικά λουτρά δύσκολο να δεχτούν τους τετράποδους φίλους, για λόγους υγιεινής. Η παρουσία των δημόσιων και δη των υπαίθριων λουτρών, με έβγαλε προσωπικά από τη δύσκολη θέση να μην με συντροφεύει ο 4ποδος κολλητός. Για τους αρχαιόφιλους, μόλις 2 χλμ πρίν τα Θερμά, μπορείτε να επισκεφθείτε το ανάγλυφο του Μίθρα/ Αρχαίο Ιερό Ταυροκτόνου και να δροσιστείτε στην πηγή.
Μετά από τα Θερμά, συναντούμε το χωριό Μέδουσα, το τελευταίο εύκολα προσβάσιμο με σύγχρονο οδικό δίκτυο, χωριό. Η Μέδουσα βρίσκεται στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα και διασχίζεται και αυτή από τον ποταμό Κομψάτο. Ο πληθυσμός της έχει στενούς οικογενειακούς δεσμούς με τον πληθυσμό του Ζλάτογκραντ. Ομιλείται η Πομάκικη γλώσσα, η οποία έχει διατηρήσει ιδιώματα της διαλέκτου του γειτονικού Ζλάτογκραντ, όπως και η αρχιτεκτονική με τα παλιά παραδοσιακά σπίτια, όμοια με αυτά του Ζλάτογκραντ. Σημείο αναφορά αποτελεί το τοξοτό γεφύρι πάνω από το ποταμό Κομψάτο.
Εκεί είναι και η αρχή του αγροτικού δρόμου που μας οδηγεί στην απομονωμένη Κοττάνη.
Ένας σχετικά στρωμένος χωματόδρομος μας οδηγεί σε μία πλήρως απομονωμένη και μοναχική διαδρομή. Δίνοντας την εντύπωση ότι η διαδρομή καταλήγει σε κάποια μαντριά, οι αμφιβολίες διαλύονται όταν κατά τόπους συναντάς επιγραφές, που καλούν τους επισκέπτες να δείξουν υπομονή, καθώς σύντομα θα συναντήσουν το χωριό.
Μετά από περίπου 10-15 λεπτά διαδρομής, φτάσαμε στο χωριό Κοττάνη, το τελευταίο ελληνικό σύνορο, περίπου δέκα χιλιόμετρα από την Βουλγαρία. Ο οικισμός είναι παραδοσιακός και πρόσφατα έγινε ανάπλαση μέσω ευρωπαϊκού κονδυλίου (Interreg).
Από το χωριό Κοττάνη ξεκινά πεζοπορική διαδρομή μεμονοπάτι τριών ωρών για τους οικισμούς Κούνδουρο και Λυκότοπο, με τους οποίους δεν υπάρχει πρόσβαση οδικώς. Επίσης υπάρχει πεζοπορική κυκλική διαδρομή Κοττάνη – Κούνδουρος – Τσαλαπετεινός – Καλότυχο – Λυκότοπος – Κοττάνη διάρκειας 10 ωρών (απόσταση 25 χιλιομέτρων) δίπλα από την κοιλάδα του ποταμού Κομψάτου, όπως μας ενημερώνουν σχετικές πινακίδες στο χωριό.Έχει ήδη αρχίσει να βραδιάζει, επομένως η περιήγηση μας επισπεύδεται στα στενά όμορφα σοκάκια του χωριού. Στο κέντρο του δεσπόζει το Τζαμί, ενώ σαν από σελίδα παλιού φωτογραφικού άλμπουμ, εμφανίζεται κάτοικος με δύο γαϊδουράκια. Ναι … η ζωή στην Κοττάνη ακολουθεί άλλους ρυθμούς…
Φεύγοντας από το χωριό, σταματήσαμε στην ταβέρνα του Τζεμίλ και της Μουσγιέν, όπου και ολοκληρώσαμε την περιήγηση. Ο χώρος αποτελεί ένα διώροφο παραδοσιακό πομάκικο σπίτι, χτισμένο σε ένα ύψωμα που αγναντεύει απέναντι το χωριό Κοττάνη. Εδώ γεννήθηκε ο σημερινός του ιδιοκτήτης. Ο επάνω όροφος διατηρείται όπως τον «άφησαν» ο παππούς και η γιαγιά του Τζεμίλ, με τα οικογενειακά κειμήλια, τα υφαντά, τα κιλίμια και τις παλιές οικογενειακές φωτογραφίες, τα έπιπλα, τα μπακίρια, τις πομακικές φορεσιές και κάθε είδους οικιακά σκεύη, ακόμα στην θέση τους ανέγγιχτα από το χρόνο. Στο ισόγειο λειτουργεί η ταβέρνα με ενθύμια και σκεύη, υφαντά και άλλα παραδοσιακά τεχνουργήματα στους τοίχους.
Οι πατροπαράδοτες ντόπιες συνταγές για κρεατοφάγους κυρίως, θα ικανοποιήσουν κάθε επισκέπτη. Τα κατοικίδια γίνονται δεκτά στους αίθριους χώρους του καταστήματος, άρα μία χειμερινή επίσκεψη δυσχεραίνει την κατάσταση για εσάς και το ζωάκι σας. Η ταβέρνα λειτουργεί τα Σαββατοκύριακα, όπου και έχει την μεγαλύτερη επισκεψιμότητα ήδη από νωρίς το μεσημέρι. Μην παραλείψετε να δοκιμάσετε και τις παραδοσιακές πίτες.
Η επιστροφή μας, βράδυ πια προς την Ξάνθη, μέσω του χωριού Εχίνος, μας ανάγκασε να κάνουμε μία τελευταία στάση για να φωτογραφήσουμε τα όμορφα φωταγωγημένα μνημεία και να υποσχεθούμε, ότι θα επιστρέψουμε σε αυτόν τον όμορφο και ιδιαίτερο τόπο.